26 Ιαν 2009

Εμπλεκόμενη απεμπλοκή

Ήχοι από το πουθενά. Παράξενα ακούσματα. Ξένα στο αυτί. Γνώριμα σε κάτι. Στη ματαιοδοξία. Στα κούφια όνειρα και στις τρύπιες καρδιές.

Μελιστάλαχτες καταστάσεις που κερδίζουν ποντάροντας στην ατυχία και πληρώνουν με σκουριασμένα κέρματα. Ξεχειλωμένα δάχτυλα που κινούνται μόνο από τις εντολές μανιοκαταθλιπτικού μαριονετίστα. Ψυχαναγκαστικές συνήθειες που δεν έχουν καμία ιδιότητα. Παρωχημένα συναισθήματα που σκουπίζουν τις τσίμπλες από το μάτι κι αφήνουν εκτεθειμένα στο κρύο τα δάκρυα. Ιλαρές υποσχέσεις που στραβώνουν τα χείλια και σαπίζουν τα δόντια. Ελοχαρείς σκέψεις που βαλτώνουν στη σκοτεινή πλευρά των εγκεφαλικών κυττάρων και κρύβονται από την ίδια τους την υπόσταση. Βλοσυρά βλέμματα που κακοφορμίζουν ξεχασμένες πληγές. Πολεμοχαρή νύχια που τρώγονται μεταξύ τους πριν φάνε τον εαυτό τους και πέσουν κάτω μαύρα από τη βρωμιά τους. Κανιβαλιστικά σκουπίδια που λερώνουν τις πρωτόγονες αισθήσεις με μίσος. Φοβισμένες δράσεις που τρέφονται από το φόβο τους για να τρομοκρατήσουν τις αντιδράσεις. Παράφωνες νότες που κρέμονται απεγνωσμένα από το πεντάγραμμο για να ακουστεί το κύκνειο άσμα τους. Πολύχρωμες εικόνες που χάνονται στο γκρίζο πριν ακόμη κοιταχτούν στον καθρέφτη. Απυρόβλητες υποθέσεις που αιμορραγούν μέσα στην αβεβαιότητά τους. Φαινομενική γαλήνη που εθελοτυφλεί μπροστά στους κινδύνους που ελλοχεύουν. Φιδίσιες διχαλωτές γλώσσες που γεύονται τις λυκοφιλίες και γαργαλάνε τα δάκρυα των κροκοδείλων.

Σαρκοφάγες επιθυμίες που ικανοποιούν την πείνα τους σε μαραμένες ιδέες. Ξέπνοες ανάσες που πασχίζουν για λίγο δηλητήριο πριν τελειώσουν. Φτηνές συνουσίες που γαμάνε την πραγματικότητα κάτω από άναστρες ξεπλυμένες νύχτες. Νεκρωμένος εγκέφαλος που κάνει παρέα σε άδειο τασάκι και σε γεμάτο μπουκάλι.

Σσσσσςςςςς..
Μη μιλάς για λίγο. Τώρα μόνο άκου.
Οι ήχοι έχουν πηγή τώρα πια.
Τους ακούς;

Σσσσσςςςςς..
Όλα είναι τόσο αστεία.
Ακριβώς μέχρι τη στιγμή που γίνονται σοβαρά.
Τότε είναι που μετατρέπονται σε ξεκαρδιστικά.

Σσσσσςςςςς..
Και γελώ μαζί τους..

10 Ιαν 2009

..προς το άγνωστο.

Τρεις γυναίκες είχε μέχρι τώρα.

Η πρώτη, του έδωσε πνοή. Τον πήρε στην αγκαλιά της και φύσηξε μέσα του. Αυτός αφέθηκε σε κάθε της κίνηση. Έπαιρνε άπληστα τη ζωή της και ξεπλήρωνε με στιγμές. Κένταγε με τη χρυσή βελόνα της πάνω στο σώμα του κι αυτός χάζευε τα σχέδια. Του άρεσε ν’ ανακατεύει τα χρώματα και να τα καταπίνει. Για να είναι πιο δύσκολο την επόμενη φορά. Να μπαίνει πιο βαθιά μέσα του για το επόμενο σχέδιο. «Ιερεμία, θα είμαι δίπλα σου για πάντα» του είχε πει κάποτε και τον έχασε. Δεν πίστευε στο "για πάντα". Δυο τόσο απλές λέξεις που μόνο να τις αισθανθείς μπορείς, όχι να τις πεις.

Η δεύτερη, πορεύθηκε μαζί του. Τον ακολουθούσε σε κάθε του βήμα. Αθόρυβα. Ύπουλα. Τον τάιζε σπόρους λουλουδιών. Άλλοτε φύτρωναν μπουμπούκια που άνθιζαν κι ευωδίαζαν κι άλλοτε μόνο αγκάθια που του ξέσκιζαν τα σωθικά. Αυτή ήξερε κι αυτός νόμιζε ότι διάλεγε. Έπαιζε σε όλα της τα παιχνίδια. Στα στημένα παιχνίδια που αυτή τράβαγε τους κλήρους. Πότε τον χάιδευε απαλά με τα χέρια της και πότε τον βασάνιζε με το ραβδί της. «Ιερεμία, να ξέρεις ότι – » ξεκίνησε να του λέει. «Δε θέλω να ξέρω πια» τη διέκοψε και της γύρισε την πλάτη. Δεν την ξαναείδε ποτέ.

Η τρίτη, του πήρε τα πάντα. Έμεινε μαζί του για λίγο αλλά έφερε το αναπόφευκτο. Τον κάρφωνε με το βλοσυρό της βλέμμα αλλά αυτός κοίταγε αλλού. Του ξέσκιζε τα όνειρα με τα κοφτερά της δόντια αλλά αυτός έκανε άλλα. Του έγδερνε το σώμα με τα μεγάλα βρώμικα νύχια της κι αυτός έφτιαχνε σχέδια με το αίμα. Του θύμιζε τ' αγκάθια κι αυτός σκεφτόταν τα λουλούδια. Τον έβαζε να παίζει με τα αιχμηρά της αντικείμενα και διασκέδαζε. «Ιερεμία, ήρθε η στιγμή για το ψαλίδι» του είπε μια μέρα και συμπλήρωσε «αλλά αυτή τη φορά θα παίξω εγώ». Κι έτσι έγινε. Πρώτα έπαιξε και μετά έκοψε.

Τώρα ο Ιερεμίας είναι μόνος του. Είναι στην είσοδο της πολυκατοικίας του και δεν ξέρει τι να κάνει. Ν' ανέβει σπίτι ή να περπατήσει; Κοιτάει προς τα πάνω και χαμογελάει. Σε λίγο βραδιάζει. Ανάβει τσιγάρο και ξεκινάει..

Για μια στιγμή μόνο σκέφτηκε τις τρεις ερωμένες του.
Κλωθώ, Λάχεση κι Άτροπος ήταν τα ονόματά τους.